Η θλίψη είναι ένα απ’ τα τέσσερα βασικά συναισθήματα (χαρά, φόβος, θυμός). Όπως όλα τα συναισθήματα ποικίλει σε ένταση και διάρκεια. Αυτό εξαρτάται απ’ τον άνθρωπο και το γεγονός που βιώνει. Μπορεί να ‘χει τη μορφή μελαγχολίας, κοιτάζοντας για παράδειγμα παλιές φωτογραφίες, μπορεί και τη μορφή κατάθλιψης όπου ο άνθρωπος έχει χάσει πλέον το κίνητρο για ζωή.
Ένας υγιής άνθρωπος μπορεί να βιώσει όλα τα συναισθήματα και ανάλογα να περάσει απ’ όλες τους τις εντάσεις. Μας είναι δύσκολο να βλέπουμε ανθρώπους λυπημένους αλλά η λύπη αποτελεί μέρος των συναισθημάτων, επομένως της ζωής μας. Πολλές φορές μας βοηθά να εμβαθύνουμε στον εαυτό μας και τις σχέσεις μας. Το να βιώνουμε τα συναισθήματα που μας προκαλούν τα γεγονότα της ζωής μας, είναι ίσως ο μοναδικός τρόπος για να ωριμάσουμε συναισθηματικά, να γίνουμε σοφότεροι για εμάς και τον κόσμο γύρω μας.
Έχω την αίσθηση ότι το δυτικό μοντέλο ζωής δεν βοηθά προς αυτήν την κατεύθυνση. Έχω την αίσθηση ότι πολλές φορές υπάρχει μια κοινωνική επιταγή (στην οποία εκπαιδευόμαστε) που δεν επιτρέπει τα λεγόμενα «αρνητικά συναισθήματα». Από μικρά παιδιά γονείς και δάσκαλοι μας λένε να μη κλαίμε, να μη φωνάζουμε, να μη θυμώνουμε.
Υπάρχει μια απαίτηση να μη νιώθουμε κυρίως λύπη και θυμό. Αυτό όμως μόνο καλό δεν μας κάνει. Γιατί μπορεί κάποια στιγμή να μη κλαίμε, τουλάχιστον μπροστά στους άλλους, να μη φωνάζουμε όταν θυμώνουμε αλλά αυτό δεν σημαίνει πως αυτά τα συναισθήματα δεν γεννιούνται και δεν υπάρχουν μέσα μας. Μπορούμε να καταστείλουμε τις εκδηλώσεις των συναισθημάτων. Μπορούμε, αν αυτό αποτελεί πάγια και χρόνια τακτική να παγιώσουμε- μπλοκάρουμε τα ίδια τα συναισθήματα αλλά αυτό μόνο υγεία και ευεξία δεν μας προκαλεί.
Ερχόμενοι στη θλίψη που έχουμε κατά τη διάρκεια των γιορτών, παρατηρώ ότι αυτή η πίεση και η απαίτηση για μη αρνητικά συναισθήματα εντείνεται. Δηλαδή, τις γιορτινές μέρες ο κόσμος θέλει να χαίρεται και δεν δικαιολογεί τόσο την θλίψη. Όταν όμως είμαι θλιμμένος αλλά γύρω μου όλοι χαίρονται, γιορτάζουν και απαιτούν και από εμένα να κάνω το ίδιο τότε η θλίψη μου μεγαλώνει. Μπορεί να συμμετέχω στις εορταστικές εκδηλώσεις και στα εορταστικά τραπέζια αλλά η μοναξιά μου γιγαντώνεται. Και αυτό γιατί νιώθω περίεργα, παράξενα, ίσως και να ‘χω τύψεις που τους «χαλάω τη γιορτή». Αν κάποιος βιώνει ένα διάστημα πένθους, ή για τους δικούς του λόγους είναι θλιμμένος, δεν μπορεί ν’ αλλάξει αυτή του τη διάθεση, ειδικά αν δεν θέλει, επειδή είναι γιορτές. Και όσο εμείς του υπενθυμίζουμε ότι δε «χωράει» αυτό που νιώθει στη γιορτή μας, τόσο αποκομμένος αισθάνεται.
Επομένως, υπάρχει μια σύγκρουση ανάμεσα σε αυτό που ο ίδιος νιώθει, και στο εντελώς διαφορετικό γιορτινό κλίμα που επικρατεί. Επιπλέον υπάρχει μια έντονη κοινωνική απαίτηση να προσαρμοστεί σ’ αυτό το γιορτινό κλίμα, έτσι όχι μόνο νιώθει αποκομμένος λόγω της θλίψης του, αλλά δέχεται και πίεση για το πώς θα πρέπει να νιώσει.
Ένας ακόμα λόγος που θα μπορούσε να εντείνει το αίσθημα της θλίψης στις γιορτινές περιόδους είναι ότι συνήθως έχουμε περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Αυτό μας δίνει τη δυνατότητα για περισυλλογή, τη δυνατότητα να έρθουμε αντιμέτωποι με τον εαυτό μας, τη σχέση μας, με τους άλλους, τις προσδοκίες, τα όνειρά μας. Αυτή η διαδικασία δεν είναι πάντα μια εύκολη και ευχάριστη διαδικασία, παρόλο που μας δίνει πολύ υλικό για επεξεργασία και μας βοηθά να προχωρήσουμε τον εαυτό μας και τις σχέσεις μας.
Σε αυτό το σημείο, θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε εντάσεις και συναισθήματα θυμού, θλίψης που προέρχονται απ’ την συνάντηση των μελών της οικογένειας. Συχνά οι γιορτινές μέρες αποτελούν ευκαιρία για τα μέλη της οικογένειας να μαζευτούν στο ίδιο τραπέζι. Αυτό δεν έχει μόνο ευχάριστες πλευρές, καθώς άλυτες συγκρούσεις μπορούν να πυροδοτηθούν και εξ’ απήνης να βρεθούμε να επαναπροσδιορίζουμε σχέσεις.
Κλείνοντας η άποψή μου είναι πως η θλίψη δεν μπορεί να εξαφανιστεί μόνο και μόνο επειδή έχουμε γιορτές. Το πρώτο και πολύ σημαντικό που καλούμαστε να κάνουμε είναι να αποδεχτούμε τα συναισθήματα μας. Εγώ που θλίβομαι και πονάω να μην είμαι αυστηρή/ός και επικριτική/ός με τον εαυτό μου, αλλά να σκύψω όπως θα έσκυβα πάνω από ένα πληγωμένο παιδί και να με συμπονέσω, να με φροντίσω με σεβασμό και αγάπη, αφουγκραζόμενη τον εαυτό μου. Και σαν τρίτος, απέναντι σ’ ένα θλιμμένο πρόσωπο να μην έχω απαίτηση ν’ αλλάξει κατά πως θα ήθελα. Να τον ακούσω, αν μπορώ, να τον αποδεχτώ, να τον δεχτώ στα γιορτινά μου τραπέζια έτσι όπως είναι, μ’ αυτά που έχει ή δεν έχει να μου προσφέρει, γιατί αξίζει. Γιατί όλοι αξίζουν αποδοχή και αγάπη.
Ένας υγιής άνθρωπος μπορεί να βιώσει όλα τα συναισθήματα και ανάλογα να περάσει απ’ όλες τους τις εντάσεις. Μας είναι δύσκολο να βλέπουμε ανθρώπους λυπημένους αλλά η λύπη αποτελεί μέρος των συναισθημάτων, επομένως της ζωής μας. Πολλές φορές μας βοηθά να εμβαθύνουμε στον εαυτό μας και τις σχέσεις μας. Το να βιώνουμε τα συναισθήματα που μας προκαλούν τα γεγονότα της ζωής μας, είναι ίσως ο μοναδικός τρόπος για να ωριμάσουμε συναισθηματικά, να γίνουμε σοφότεροι για εμάς και τον κόσμο γύρω μας.
Έχω την αίσθηση ότι το δυτικό μοντέλο ζωής δεν βοηθά προς αυτήν την κατεύθυνση. Έχω την αίσθηση ότι πολλές φορές υπάρχει μια κοινωνική επιταγή (στην οποία εκπαιδευόμαστε) που δεν επιτρέπει τα λεγόμενα «αρνητικά συναισθήματα». Από μικρά παιδιά γονείς και δάσκαλοι μας λένε να μη κλαίμε, να μη φωνάζουμε, να μη θυμώνουμε.
Υπάρχει μια απαίτηση να μη νιώθουμε κυρίως λύπη και θυμό. Αυτό όμως μόνο καλό δεν μας κάνει. Γιατί μπορεί κάποια στιγμή να μη κλαίμε, τουλάχιστον μπροστά στους άλλους, να μη φωνάζουμε όταν θυμώνουμε αλλά αυτό δεν σημαίνει πως αυτά τα συναισθήματα δεν γεννιούνται και δεν υπάρχουν μέσα μας. Μπορούμε να καταστείλουμε τις εκδηλώσεις των συναισθημάτων. Μπορούμε, αν αυτό αποτελεί πάγια και χρόνια τακτική να παγιώσουμε- μπλοκάρουμε τα ίδια τα συναισθήματα αλλά αυτό μόνο υγεία και ευεξία δεν μας προκαλεί.
Ερχόμενοι στη θλίψη που έχουμε κατά τη διάρκεια των γιορτών, παρατηρώ ότι αυτή η πίεση και η απαίτηση για μη αρνητικά συναισθήματα εντείνεται. Δηλαδή, τις γιορτινές μέρες ο κόσμος θέλει να χαίρεται και δεν δικαιολογεί τόσο την θλίψη. Όταν όμως είμαι θλιμμένος αλλά γύρω μου όλοι χαίρονται, γιορτάζουν και απαιτούν και από εμένα να κάνω το ίδιο τότε η θλίψη μου μεγαλώνει. Μπορεί να συμμετέχω στις εορταστικές εκδηλώσεις και στα εορταστικά τραπέζια αλλά η μοναξιά μου γιγαντώνεται. Και αυτό γιατί νιώθω περίεργα, παράξενα, ίσως και να ‘χω τύψεις που τους «χαλάω τη γιορτή». Αν κάποιος βιώνει ένα διάστημα πένθους, ή για τους δικούς του λόγους είναι θλιμμένος, δεν μπορεί ν’ αλλάξει αυτή του τη διάθεση, ειδικά αν δεν θέλει, επειδή είναι γιορτές. Και όσο εμείς του υπενθυμίζουμε ότι δε «χωράει» αυτό που νιώθει στη γιορτή μας, τόσο αποκομμένος αισθάνεται.
Επομένως, υπάρχει μια σύγκρουση ανάμεσα σε αυτό που ο ίδιος νιώθει, και στο εντελώς διαφορετικό γιορτινό κλίμα που επικρατεί. Επιπλέον υπάρχει μια έντονη κοινωνική απαίτηση να προσαρμοστεί σ’ αυτό το γιορτινό κλίμα, έτσι όχι μόνο νιώθει αποκομμένος λόγω της θλίψης του, αλλά δέχεται και πίεση για το πώς θα πρέπει να νιώσει.
Ένας ακόμα λόγος που θα μπορούσε να εντείνει το αίσθημα της θλίψης στις γιορτινές περιόδους είναι ότι συνήθως έχουμε περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Αυτό μας δίνει τη δυνατότητα για περισυλλογή, τη δυνατότητα να έρθουμε αντιμέτωποι με τον εαυτό μας, τη σχέση μας, με τους άλλους, τις προσδοκίες, τα όνειρά μας. Αυτή η διαδικασία δεν είναι πάντα μια εύκολη και ευχάριστη διαδικασία, παρόλο που μας δίνει πολύ υλικό για επεξεργασία και μας βοηθά να προχωρήσουμε τον εαυτό μας και τις σχέσεις μας.
Σε αυτό το σημείο, θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε εντάσεις και συναισθήματα θυμού, θλίψης που προέρχονται απ’ την συνάντηση των μελών της οικογένειας. Συχνά οι γιορτινές μέρες αποτελούν ευκαιρία για τα μέλη της οικογένειας να μαζευτούν στο ίδιο τραπέζι. Αυτό δεν έχει μόνο ευχάριστες πλευρές, καθώς άλυτες συγκρούσεις μπορούν να πυροδοτηθούν και εξ’ απήνης να βρεθούμε να επαναπροσδιορίζουμε σχέσεις.
Κλείνοντας η άποψή μου είναι πως η θλίψη δεν μπορεί να εξαφανιστεί μόνο και μόνο επειδή έχουμε γιορτές. Το πρώτο και πολύ σημαντικό που καλούμαστε να κάνουμε είναι να αποδεχτούμε τα συναισθήματα μας. Εγώ που θλίβομαι και πονάω να μην είμαι αυστηρή/ός και επικριτική/ός με τον εαυτό μου, αλλά να σκύψω όπως θα έσκυβα πάνω από ένα πληγωμένο παιδί και να με συμπονέσω, να με φροντίσω με σεβασμό και αγάπη, αφουγκραζόμενη τον εαυτό μου. Και σαν τρίτος, απέναντι σ’ ένα θλιμμένο πρόσωπο να μην έχω απαίτηση ν’ αλλάξει κατά πως θα ήθελα. Να τον ακούσω, αν μπορώ, να τον αποδεχτώ, να τον δεχτώ στα γιορτινά μου τραπέζια έτσι όπως είναι, μ’ αυτά που έχει ή δεν έχει να μου προσφέρει, γιατί αξίζει. Γιατί όλοι αξίζουν αποδοχή και αγάπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου